Skip to main content

Ο θεσμός και η εφαρμογή της παροχής της κοινωφελούς εργασίας στον Ποινικό Κώδικα, από τον Παντελή Τραϊανό ’89, Δικηγόρο Παρ’ Αρείω Πάγω

Screenshot 20230420 110609

Παντελή Γρ. Τραϊανού,

Δικηγόρου, Κατόχου Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ποινικού Δικαίου Πανεπιστημίου Marburg Γερμανίας

Η κοινωφελής εργασία είναι ένας σύνθετος σωφρονιστικός θεσμός που προβλέπει την έκτιση των ποινών μέσα στην κοινωνία με στόχο αφενός μεν τον εκσυγχρονισμό των σωφρονιστικών μεθόδων αφετέρου δε την αποσυμφόρηση των φυλακών. Η προσέγγιση θεωρητικά είναι καθαρά ανθρωπιστική. Συμπεριληπτικά τα πλεονεκτήματα της κοινωφελούς εργασίας είναι ότι ο καταδικασθείς δεν χάνει τις κοινωνικές του επαφές, κοστίζει λιγότερο από την φυλάκιση, η ποινή έχει χαρακτήρα ανταποδοτικό προς την κοινωνία καθώς η εργασία μπορεί να είναι επωφελής για το κοινωνικό σύνολο και η επαφή του καταδικασθέντα με τους υπόλοιπους εργαζομένους μπορεί να του ασκήσει θετική επιρροή.

Η πρώτη χώρα που εφήρμοσε τον θεσμό της κοινωφελούς εργασίας (probation service) ήταν η Μεγάλη Βρετανία το 1973. Η εφαρμογή όμως απέτυχε καθώς αφορούσε για μικρής και μεσαίας βαρύτητας εγκληματικών πράξεων και για αυτό τον λόγο το 1991 αναγνωρίστηκε ότι ο θεσμός της κοινωφελούς εργασίας έχει τιμωρητικό χαρακτήρα και τοποθετήθηκε στην κλίμακα των ποινών αμέσως μετά την ποινή της φυλάκισης[1]. Σήμερα η Παροχή Κοινωφελούς Εργασίας τυγχάνει καθολικής αποδοχής στις ΗΠΑ, στον Καναδά και σε πολλές χώρες της Ασίας και της Νότιας Αμερικής.  Τα μέτρα της λεγόμενης «κοινωφελούς εργασίας» εμφανίζονται στις ευρωπαϊκές νομοθεσίες με τρεις μορφές: είτε ως αυτοτελής κύρωση[2], είτε ως ποινή εκ μετατροπής άλλης ποινής[3], είτε ως τρόπος έκτισης μιας ποινής κατά της ελευθερίας[4].

Η Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, με την Σύσταση R (92)16 (Ευρωπαϊκοί Κανόνες για τις κυρώσεις και τα μέτρα που εκτελούνται στην Κοινότητα) [5]πρότεινε την τροποποίηση των εθνικών νομοθεσιών ώστε να μπορεί να εφαρμοστεί και ο θεσμός της κοινωφελούς εργασίας στα κράτη μέλη.

Η θέσπιση του θεσμού έγινε στην Ελλάδα με τις διατάξεις του ν. 1941/1991, του άρθρου 2 της υπ’ αρ. 108842/3.12.1997 ΚΥΑ και εν συνεχεία με τις διατάξεις  των άρθρων των παραγράφων 6, 7, 8 και 9 του άρθρου 82[6], την περ. γ της παραγράφου 3 του άρθρου 100Α,  της παραγράφου 8 του άρθρου 100Α του προγενέστερου ΠΚ καθώς και με το άρθρο 61 του Κώδικα Βασικών Κανόνων για τη Μεταχείριση των Κρατουμένων (ΚωδΜεΚ). Οριζόταν λοιπόν στο νόμο ότι αν ο καταδικασθείς δηλώσει ότιδεν θα μπορέσει να καταβάλει εμπρόθεσμα το ποσό της μετατροπής, το δικαστήριο μετατρέπει περαιτέρω την χρηματική ποινή ή το πρόστιμο , εν όλω ή εν μέρει , σε παροχή κοινωφελούς εργασίας, εφόσον συμφωνεί ή το ζητάει εκείνος που καταδικάστηκε. Τότε το δικαστήριο ορίζει και τον αριθμό των ωρών κοινωφελούς εργασίας που κυμαίνονται από 100-240 ώρες για ποινή έως ένα έτος, 241-480 ώρες για ποινή από ένα έως δύο έτη , 481-720 ώρες για ποινή από δύο έως τρία έτη, 721-960 ώρες για ποινή από τρία έως τέσσερα έτη και 961-200 ώρες για ποινή από τέσσερα έως πέντε έτη, ενώ προσδιορίζει και προθεσμία όχι μεγαλύτερη από πέντε έτη για τν εκτέλεσή τους. Αν το δικαστήριο παρέλειψε να αποφανθεί περί της μετατροπής της στερητικής της ελευθερίας ποινής, αυτός που καταδικάστηκε μπορεί να ζητήσει τη μετατροπή της από το δικαστήριο που την εξέδωσε.

Το δικαστήριο έχει δικαιοδοσία και με μεταγενέστερη απόφασή του να μετατρέψει περαιτέρω την περιοριστική της ελευθερίας ποινή, που είχε ήδη μετατραπεί σε χρηματική ή πρόστιμο, σε ποινή παροχής κοινωφελούς εργασίας, κατ΄εφαρμογή του άρθρου 82 παρ.6 του προγενέστερου ΠΚ, αρκεί η μετατροπή να μην απαγορεύεται ρητά από τον νόμο.[7]

Έτσι κρίθηκε ότι το δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία έκανε δεκτή αίτηση του κατηγορουμένου, και αποφάσισε την περαιτέρω μετατροπή της συνολικής ποινής φυλάκισης (που είχε μετατραπεί σε χρηματική), σε ποινή παροχής κοινωφελούς εργασίας , καθορίζοντας συγχρόνως στην απόφασή του και τον αριθμό των ωρών κοινωφελούς εργασίας, που αντιστοιχούν σε κάθε ημέρα φυλάκισης, δεν υπερέβη την εξουσία του, διότι άσκησε δικαιοδοσία , που ο ίδιος ο νόμος του παρείχε [8].

Η απόφαση όμως του δικαστηρίου με την οποία απορρίπτεται αίτημα για περαιτέρω μετατροπή της ποινής σε παροχή κοινωφελούς εργασίας, δεν υπόκειται σε αναίρεση, καθώς δεν είναι τελειωτική επί της κατηγορίας.[9]

Ποιες ήταν οι δυσχέρειες ένταξης του μέτρου στην ελληνική έννομη τάξη; η έκταση εφαρμογής της κοινωφελούς εργασίας στην Ελλάδα ήταν πολύ μικρή. Από το 1998 έως το 2005 εφαρμόστηκε μόλις σε 756 περιπτώσεις σε όλη τη χώρα[10]. Αποφάσεις που εκδόθηκαν πριν το 1998 αναιρέθηκαν από τον Άρειο Πάγο καθώς δεν είχε εκδοθεί η υπουργική απόφαση που ρύθμιζε την εφαρμογή του μέτρου[11]. Σε άλλες περιπτώσεις τα δικαστήρια έκριναν ότι δεν μπορεί να εκτιθεί η κοινωφελής εργασία καθώς δεν είχε συσταθεί ακόμα η ανάλογη υπηρεσία που θα επέβλεπε την τήρηση της εργασίας , αιτιολογία που κρίθηκε επαρκής από τον Αρειο Πάγο[12]. Επίσης, υπήρχε πρακτική αδυναμία έκτισης της κοινωφελούς εργασίας καθώς το δικαστήριο επέβαλε την παροχή κοινωφελούς εργασίαςστις περιπτώσεις που ο συνήγορος του άρτι καταδικασθέντος επιδείκνυε έγγραφο δημόσιου φορέα, που είχε προμηθευτεί ο συνήγορος από πριν, ο οποίος φορέαςδεσμευόταν για την απασχόληση του καταδικασθέντος σε κοινωφελή εργασία. Ακόμη όμως και αν επιβαλλόταν ως ποινή η κοινωφελής εργασία η παροχή της στον αρμόδιο φορέα επιβλεπόταν από κάποιον υπάλληλο ενώ πάρα πολύ συχνά ήταν πλημμελής.

 Με τον Ν.4619/2019 (Νέος Ποινικός Κώδικας) επήλθε αναβάθμιση δυνατότητας επιβολής της ποινής της κοινωφελούς εργασίας. Πιο συγκεκριμένα στο άρθρο 50 του ΠΚ  η κοινωφελής εργασία εντάσσεται στο ποινικό κώδικα ως αυτοτελής πια ποινική κύρωση. Εκσυγχρονίζεται ο θεσµός της αναστολής εκτέλεσης της ποινής (άρθρο 99 ΠΚ), καθώς έχει αποδειχθεί ότι όχι µόνο για τους πρωτόπειρους εγκληµατίες, αλλά ακόµη και για ανθρώπους που έχουν καταδικασθεί στο παρελθόν, η απειλή εκτέλεσης µιας σχετικά µικρής ποινής φυλάκισης, συνοδευόµενη από εναλλακτικά της ποινής µέτρα – στα οποία συµπεριλαµβάνεται και η κοινωφελής εργασία – είναι πολύ πιο αποτελεσµατική από την ίδια την έκτισή της στη φυλακή. Η ρύθµιση καλύπτει ποινές ως τρία έτη (άρθρα 99 ΠΚ), µε δυνατότητα άρσης ή µετατροπής τους. Η µετατροπή της στερητικής της ελευθερίας ποινής σε χρηµατική καταργείται, διότι, δεν είχε κανένα νοµιµοποιητικόθεµέλιο και αγνοείται από όλες τις σύγχρονες νοµοθεσίες. Προβλέπεται η ολική ή µερική µετατροπή της στερητικής της ελευθερίας ποινής σε παροχή κοινωφελούς εργασίας (άρθρο 104Α και 105Α ).

Ειδικότερα προβλέπεται στο άρθρο 104Α του Ποινικού Κώδικα ότι όταν επιβάλλεται φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα τρίτα έτη και δεν συντρέχει περίπτωση αναστολής της ποινής (άρθρο 99 ΠΚ) η ποινή μετατρέπεται σε παροχή κοινωφελούς εργασίας. Στο άρθρο 105Α προβλέπεται ότι ο καταδικασμένος σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη μπορεί να δηλώσει στο δικαστήριο ότι επιθυμεί να μετατραπεί το υπόλοιπο της ποινής του έως τον χρόνο της υπό όρο απόλυσης σε παροχή κοινωφελούς εργασίας, εφόσον θα έχει εκτίσει πραγματικά το ένα δέκατο αυτής.Στο άρθρο 81 ΠΚ ορίζονται τα σχετικά µε την επιµέτρηση της παροχής κοινωφελούς εργασίας. Κατά την επιµέτρηση της ποινής της παροχής κοινωφελούς εργασίας λαµβάνονται υπόψη και η ηλικία, η κατάσταση της υγείας του υπαιτίου, καθώς και οι επαγγελµατικές και οικογενειακές του υποχρεώσεις (παρ. 1). Στην απόφαση ορίζεται η µέγιστη διάρκεια παροχής της κοινωφελούς εργασίας, που δεν µπορεί να υπερβαίνει τους 24 µήνες (παρ. 2). Προσδιορίζονται επίσης οι δοµές στις οποίες µπορεί να προσφέρεται η κοινωφελής εργασία, που είναι δηµόσιες υπηρεσίες, οργανισµοί τοπικής αυτοδιοίκησης ή µη κερδοσκοπικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, και διευκρινίζεται ότι η κοινωφελής εργασία προσφέρεται πάντα προς όφελος του κοινού (παρ. 3).

Στην ίδια διάταξη προβλέπεται ότι στην δικαστική απόφαση καθορίζεται η φυλάκιση ή η χρηµατική ποινή που θα πρέπει να εκτίσει ο καταδικασθείς, αν δεν εκτελέσει µε συνέπεια την κοινωφελή εργασία, κάτι που δεν προβλεπόταν στον προηγούμενο Ποινικό Κώδικα. Παράλληλα προβλέπεται ότι  τέσσερεις ώρες κοινωφελούς εργασίας αντιστοιχούν προς µία ηµέρα φυλάκισης ή µία ηµερήσια µονάδαχρηµατικής ποινής (παρ. 4).

Ιδιαίτερα σηµαντική είναι η ρύθµιση της πέµπτης παραγράφου, όπου τονίζεται ότι η µετατροπή αυτή δεν αποτελεί άµεση συνέπεια κάθε µη συνεπούς εκτέλεσης της ποινής.

Στις περιπτώσεις που η εργασία παρέχεται από εκείνον που καταδικάστηκε ελλιπώς ή πληµµελώς µε δική του υπαιτιότητα, ο εισαγγελέας εκτέλεσης της ποινής έχει στη διάθεσή του περισσότερες επιλογές. Ειδικότερα, αφού λάβει υπόψη τη συχνότητα και σοβαρότητα της παραβίασης των υποχρεώσεων από τον καταδικασθέντα, το βαθµό της υπαιτιότητάς του και το τµήµα της ποινής που εκτίθηκε, µπορεί να: α) προβεί σε προειδοποίηση εκείνου που καταδικάστηκε, β) παρατείνει την προθεσµία για την εκτέλεση της εργασίας µέχρι ένα επιπλέον έτος, γ) επιτρέψει την εκτέλεση της χρηµατικής ποινής που είχε καθοριστεί σύµφωνα µε την προηγούµενη παράγραφο, αφού αφαιρέσει το ποσό που αναλογεί στην ήδη εκτελεσθείσα ποινή παροχής κοινωφελούς εργασίας, καθορίζοντας για κάθε τέσσερις ώρες εργασίας µία ηµερήσια µονάδαχρηµατικής ποινής, δ) διατάσσει την έκτιση µέρους της φυλάκισης που επιβλήθηκε σύµφωνα µε την προηγούµενη παράγραφο, διάρκειας δέκα ηµερών ως ενός µηνός, ε) διατάσσει την έκτιση της φυλάκισης που επιβλήθηκε σύµφωνα µε την προηγούµενη παράγραφο, αφού αφαιρέσει το χρόνο παροχής κοινωφελούς εργασίας, καθορίζοντας για κάθε τέσσερις ώρες εργασίας µία ηµέρα φυλάκισης.

Εντούτοις, άμεσα μετά την ψήφιση του Νέου Ποινικού Κώδικα και με το άρθρο 98 παρ.5 του Ν.4623/2019 ανεστάλη η εφαρμογή του θεσμού της κοινωφελούς εργασίας είτε ως κύρια ποινή είτε ως δυνατότητα μετατροπής τμήματος της κύριας ποινής. Για ποιους  λόγους ;Αφενός μεν δεν εκδόθηκε η υπουργική απόφαση με την εξειδίκευση των προϋποθέσεων έκτισης της κοινωφελούς εργασίας προκειμένου να προετοιμαστούν κατάλληλα οι δομές της τοπικής αυτοδιοίκησης για να εκτιθεί πράγματι η κοινωφελής εργασία, αφετέρου δεν υπήρχαν αρκετοί επιμελητές για την επίβλεψη της κοινωφελούς εργασίας.

Τελικά εκδόθηκε η νέα υπ΄αριθμ. Κοινή Υπουργική απόφαση[13] που καθορίζει ρητώς όλες τις προϋποθέσεις έκτισης της ποινής της παροχής κοινωφελούς εργασίας.

Προβλέπεται στην νέα ΚΥΑ ότι μόλις καταστεί εκτελεστή η απόφαση που επιβάλλει Κοινωφελή Εργασία, αποστέλλεται από τον αρμόδιο Εισαγγελέα, στην Υπηρεσία Επιμελητών Κοινωνικής Αρωγής (εφεξής Υ.Ε.Κ.Α.) του τόπου κατοικίας του καταδικασθέντος. Ο καταδικασθείς οφείλει να εμφανιστεί αυτοπροσώπως στην Υ.Ε.Κ.Α. του τόπου κατοικίας του, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης[14].

Προβλέπεται ότι μόλις κοινοποιηθεί η δικαστική απόφαση στην Υπηρεσία Επιμελητών Κοινωνικής Αρωγής ή εμφανιστεί ο καταδικασθείς ενώπιον της υπηρεσίας, ο Επικεφαλής της Υπηρεσίας αναθέτει σε Επιμελητή Κοινωνικής Αρωγής το χειρισμό της υπόθεσης. Ο Επιμελητής καλεί τον καταδικασθέντα σε προσωπική συνέντευξη. Η ακρίβεια και η καταλληλόλητα της εκτίμησης επανεξετάζονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, καθώς μπορεί να υπάρξουν αλλαγές στη ζωή των καταδικασθέντων. Η αδυναμία εξεύρεσης κατάλληλης εργασίας δεν μπορεί να οδηγήσει στη φυλάκιση του καταδικασθέντος, όταν το δικαστήριο επιβάλλει ως ενδεδειγμένη κύρωση την παροχή Κοινωφελούς Εργασίας.
Οι Επιμελητές, λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, υποβάλλουν στον αρμόδιο Εισαγγελέα την αιτιολογημένη πρότασή τους για τον κατάλληλο Φορέα, το είδος της εργασίας, την ακριβή θέση απασχόλησης και τον χρόνο έναρξης της παροχής. Ο Εισαγγελέας, εφόσον συμφωνεί, παραγγέλλει προς την Υπηρεσία Επιμελητών Κοινωνικής Αρωγής του τόπου παροχής της Κοινωφελούς Εργασίας την εκτέλεση της απόφασης, επιλέγοντας τον Φορέα εντός τριάντα (30) ημερών από την παραγγελία.Μετά την επιλογή του Φορέα παροχής Κοινωφελούς Εργασίας συνάπτεται το Συμφωνητικό παροχής Κοινωφελούς Εργασίας μεταξύ του καταδικασθέντος και του Φορέα.Οι διαδικασίες γίνονται σε γλώσσα που κατανοεί ο καταδικασθείς. Αν αυτός δεν είναι γνώστης της ελληνικής γλώσσας, ζητείται η συνδρομή κατάλληλου διερμηνέα[15].

Προβλέπεται[16] η Επίβλεψη της παροχής Κοινωφελούς Εργασίας από την Υπηρεσία Επιμελητών Κοινωνικής Αρωγής που συντονίζει τη διαδικασία επίβλεψης της συμμόρφωσης του καταδικασθέντος με τους όρους και τις υποχρεώσεις που ορίστηκαν από το δικαστήριο και το σχετικό πρωτόκολλο συνεργασίας.
Ο Επιμελητής Κοινωνικής Αρωγής συνεργάζεται στενά με το υπεύθυνο πρόσωπο -Επόπτη- του επιλεγέντος Φορέα, ο οποίος θα ορίζεται ως το πρόσωπο επαφής σε κάθε Φορέα.

Ο καταδικασθείς παρέχει την υπηρεσία του στο Φορέα μόνο σε βοηθητικές εργασίες και δεν επιτρέπεται να εργάζεται πέραν του καθορισμένου χρόνου εργασίας ή να αναλαμβάνει καθήκοντα διαφορετικά από τα περιγραφόμενα στη συναφθείσα σύμβαση παροχής Κοινωφελούς Εργασίας. Ο παρέχων την Κοινωφελή Εργασία έχει δικαίωμα σε διαλείμματα για ολιγόλεπτη ανάπαυση, λήψη τροφής ή ικανοποίηση άλλων αναγκών του. Κατά τη διάρκεια της υλοποίησης της εργασίας ο παρέχων οφείλει να τηρεί το ωράριό του, καθώς και τους κανονισμούς και τα μέτρα υγιεινής και ασφάλειας του Φορέα, στον οποίο παρέχει την εργασία του, τα οποία δεν υπολείπονται σε σχέση με αυτά που ισχύουν για τους υπόλοιπους εργαζόμενους.
Στο πλαίσιο της παροχής Κοινωφελούς Εργασίας, δεν εκτελούνται εργασίες κατά τις νυκτερινές ώρες (μετά τις 21:00), τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις δημόσιες αργίες. Επίσης, απαγορεύεται η εκτέλεση εργασίας που λαμβάνει χώρα σε επιβλαβή ή επικίνδυνα περιβάλλοντα ή που ενέχει κινδύνους για την υγεία και τη σωματική ακεραιότητα των ατόμων.
Ο Φορέας εφαρμογής του μέτρου, μέσω του υπεύθυνου προσώπου -Επόπτη-, ενημερώνει εγγράφως μία φορά το μήνα τον Επιμελητή Κοινωνικής Αρωγής σχετικά με την τήρηση των όρων εκ μέρους του παρέχοντος.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της παροχής Κοινωφελούς Εργασίας, οι καταδικασθέντες λαμβάνουν βοήθεια από την Υπηρεσία Επιμελητών Κοινωνικής Αρωγής. υπό τη μορφή συντονισμένων παρεμβάσεων που προσαρμόζονται στις ατομικές ανάγκες τους, στον κίνδυνο υποτροπής και σε άλλα χαρακτηριστικά σε κάθε περίπτωση. Η βοήθεια αυτή μπορεί να έχει τη μορφή παραπομπής σε επαγγελματικά ή εκπαιδευτικά προγράμματα, προγράμματα κοινωνικής επανένταξης και συμβουλευτικής, επαγγελματικού προσανατολισμού κ.λπ.

Επίσης, [17] σε κάθε Υπηρεσία Επιμελητών Κοινωνικής Αρωγής τηρείται ειδικό μητρώο (σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή) των ατόμων που εκτίουν την ποινή της παροχής Κοινωφελούς Εργασίας, στο οποίο καταχωρούνται όλα τα στοιχεία του καταδικασθέντος.

Προβλέπεται επίσης η Ασφαλιστική κάλυψη του καταδικασθέντος κατά του κινδύνου ατυχήματος , κάτι που δεν προβλεπόταν παλαιότερα.[18]

Ειδικότερα , προβλέπεται ότι για την εργασία τους υπάγονται στην ασφάλιση του e-Ε.Φ.Κ.Α. ως μισθωτοί κατά του κινδύνου του ατυχήματος. Η εισφορά για την ασφάλισή τους ορίζεται σε 1% του μισθού άγαμου μισθωτού, όπως ισχύει κάθε φορά και βαρύνει το Υπουργείο Δικαιοσύνης.

Προβλέπεται[19] ότι  στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης δημιουργείται μια ψηφιακή πλατφόρμα, η οποία θα περιλαμβάνει τους Φορείς που θα απασχολούν καταδικασθέντες σε παροχή Κοινωφελούς Εργασίας, σύμφωνα με την δικαστική απόφαση.
Η ψηφιακή πλατφόρμα θα είναι ενεργή μέσω διαδικτύου, θα προσφέρει συνεχή πρόσβαση εβδομαδιαίως καθ’ όλο το εικοσιτετράωρο και θα ενημερώνεται για τις θέσεις που έχουν καλυφθεί και για τις κενές που υπολείπονται σε κάθε Φορέα.

Η ψηφιακή αυτή πλατφόρμα θα δημιουργηθεί σε συνεργασία με το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης . Η πρόσβαση στην ψηφιακή πλατφόρμα[20] γίνεται με συγκεκριμένους κωδικούς, που χορηγούνται στους Εισαγγελείς Εκτέλεσης Ποινών και στους Επιμελητές Κοινωνικής Αρωγής, οι οποίοι δύνανται να εισέρχονται για να ενημερώνονται για τις διαθέσιμες θέσεις και να επιλέγουν, δεσμεύοντας την θέση εκείνη που, σύμφωνα με την πρόταση της Υπηρεσία Επιμελητών Κοινωνικής Αρωγής, είναι κατάλληλη για τον συγκεκριμένο καταδικασθέντα σε παροχή Κοινωφελούς Εργασίας.

Μετά από την ολοκλήρωση της παροχής Κοινωφελούς Εργασίας ή μετά την διακοπή της, εισέρχονται, με την ίδια διαδικασία, για να αποδεσμεύσουν την συγκεκριμένη θέση προκειμένου να είναι διαθέσιμη σε κάθε άλλη περίπτωση.
Εν συνεχεία προβλέπεται[21] ότι στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης συστήνεται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης διαρκής Επιτροπή παρακολούθησης του θεσμού της Κοινωφελούς Εργασίας. Η Επιτροπή παρακολούθησης του θεσμού της Κοινωφελούς Εργασίας είναι αρμόδια να επιλαμβάνεται κάθε ζητήματος, που αφορά τον έλεγχο εφαρμογής του θεσμού της Κοινωφελούς Εργασίας. Ενώ επίσης προβλέπεται[22] ότι για την εκπαίδευση των Επιμελητών Κοινωνικής Αρωγής προβλέπεται ετήσια διοργάνωση σεμιναρίου, διάρκειας μέχρι πέντε (5) ημερών. Η εκπαίδευση πραγματοποιείται από το Ινστιτούτο Επιμόρφωσης σε συνεργασία με τους Επιμελητές Κοινωνικής Αρωγής.

Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει τρεις μήνες από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ήτοι από 12.03.2023), προκειμένου να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες λειτουργίας της ψηφιακής πλατφόρμας, με την ένταξη των φορέων υποδοχής ενηλίκων για την παροχή Κοινωφελούς Εργασίας σ’ αυτήν. Η καθυστέρηση αυτή θεωρείται εύλογη.

Συμπερασματικά θεωρώ ότι υπάρχει ένα σαφές δείγμα προοδευτικότητας και φιλελευθερισμού  του νομοθέτη αλλά και βούληση της Πολιτείας να πετύχει πρακτικά ο θεσμός αυτός. Απαιτείται πλήρης ενημέρωση όχι μόνο όλου του νομικού κόσμου αλλά και της κοινωνίας για την ενεργοποίηση του νέου αυτού θεσμού εναλλακτικής έκτισης της ποινής.  Πρόκειται για ένα δύσκολο εγχείρημα στον ποινική δικαιοσύνη και το οποίο ελπίζω να πετύχει. [23]


[1]Με την ψήφιση του νόμου «Criminal Justice Act 1991» στην Μεγ.Βρετανία, βλ. Wasik, M. and Taylor, R.D., Blackstone’s Guide to the Criminal Justice Act 1991, Blackstone Press, London, 1991.

[2] Βλ. Κουράκη Ν., Θεωρία της ποινής, σελ. 134 (υποσ. 429), όπου παραθέτει ως παράδειγμα το άρθρο 131-8 και 131-22 επ. του γαλλικού ΠΚ.

[3] Βλ. Κουράκη Ν., ο.π., σελ. 134,135 (υποσ. 430), με παραδείγματα τα άρθρα 293 του γερμανικού ΠΚ , 49 παρ. 1 του ελβετικού ΠΚ και 105 του ιταλικού νόμου.

[4] Βλ. Κουράκη Ν., ο.π., σελ. 135 (υποσ. 432) όπου παραθέτει ως παράδειγμα το άρθρο 100 Α παρ. 3 εδ. γ΄ του ελληνικού ΠΚ, το άρθρο 64 του ελληνικού ΣωφρΚ, το άρθρο 102 παρ. 2 ιταλικού νόμου και τα άρθρα 747-1 και 132-54 του γαλλικού ΠΚ.

[5] Αλεξιάδη Σ.- Πανούση Γ., Σωφρονιστικοί Κώδικες , 4η Έκδοση, εκδ. Αντ.Σάκκουλα, Αθήνα- Κομοτινή 2002, σελ. 529-543.

[6] Αποστολίδου Α, Η μετατροπή της περιοριστικής της ελευθερίας ποινής και ειδικότερα η παροχή κοινωφελούς εργασίας . Μια κριτική προσέγγιση των νομοθετικών επιλογών μέσα από τις τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα των τελευταίων ετών, Υπερ 1998, σελ.19-39.

[7] ΑΠ 319/2001 Πραξ Λογ ΠΔ 2001 σελ.226, ΑΠ 1400/1998 ΝοΒ 47, σελ.487, Πραξ Λογ ΠΔ 2000 σελ.78, ΑΠ 23/1997 ΝοΒ 45 σελ.851, Πλημμ ΑΘην 37046/1998 ΠΧ ΜΘ΄ σελ. 260.

[8] ΑΠ 1400/1998 ΠοινΔικ 1998 σελ. 1199.

[9] Συμβ ΑΠ 8/2001 ΠοινΔικ 2001 σελ. 567

[10] Παπαθανασόπουλος Ε., Παρατηρήσεις – Σύντομη παρουσίαση των βασικών σημείων του π.δ.195/06 για την οργάνωση και λειτουργία των υπηρεσιών επιμελητών κοινωνικής αρωγής , ΠοινΛογ 3/2006, σελ.1069-1083.

[11] Βλ. σχετ. ΑΠ 23/1997 ΝΟΜΟΣ

[12] Βλ. σχετ. ΑΠ 2377/2005 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ ΔΣΑ.

[13] Υπ΄αριθμ. ΚΥΑ 56169 (ΦΕΚ Β 6259/12.12.2022).

[14] Άρθρο 2 της απόφασης.

[15] Άρθρο 3 της απόφασης.

[16] Άρθρο 5 της απόφασης.

[17] Άρθρο 10 της απόφασης

[18] Άρθρο 11 της απόφασης.

[19] Άρθρο 13 της απόφασης.

[20] Σύμφωνα με το άρθρο 14 της απόφασης.

[21] Άρθρο 15 της απόφασης.

[22] Άρθρο 16 της απόφασης.

[23]Ο ομιλητής είναι Δικηγόρος στον Άρειο Πάγο, κάτοχος Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ποινικού Δικαίου του Πανεπιστημίου Phillips Universitaet Marburg Γερμανίας και υποψήφιος Διδάκτορας Ποινικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου Γερμανίας. Υπήρξε Επιστημονικός Συνεργάτης στο περιοδικό «Ποινικός Λόγος» με παρατηρήσεις ποινικών αποφάσεων και σύνταξη ευρετηριών. Έχει συμμετάσχει σε πλήθος συνεδρίων και σεμιναρίων με θέμα το Ποινικό Δίκαιο . Είχε συμμετοχή στην 4η Διεθνή Έκθεση και Συνέδριο για την Τεχνολογία του Περιβάλλοντος της Heleco 2003 του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος. ομιλητής με θέμα «Η ποινική προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος» . Έχει συμμετάσχει στον Τιμητικό Τόμο, Towards to the European Criminal Record : η άποψη της Ελλάδας, με άρθρο στα αγγλικά σε συνεργασία με την Καθηγήτρια Διεθνούς Δικαίου του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Μ. Γαβουνέλη στο βιβλίο των Ε.Ξανθάκη «European Criminal Record» , εκδ. Cambridge University Press 2007.  Είναι μέλος της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων και της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ποινικολόγων. Ομιλεί Αγγλικά και Γερμανικά. Είναι επίσης Νομικός Συνεργάτης- Ειδικό Επιστημονικό Προσωπικό στο Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης.